¦
 

 
Το σησάμι είναι μια τροφή μοναδική. Η κατανάλωση τόσο των ολόκληρων σπόρων όσο και των αλεσμένων, καθώς και του ελαίου του, χρονολογούνται από τους αρχαίους χρόνους. Η καλλιέργεια του σησαμιού είναι τόσο παλιά όσο αυτή του ρυζιού και υπολογίζεται ότι ξεκίνησε πρίν από 6000 χρόνια. Το σησάμι άρχισε να καλλιεργείται στην Παλαιστίνη και τη Συρία γύρω στο 3000 π.Χ. Ευρήματα στην Αίγυπτο μαρτυρούν ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι γνώριζαν την καλλιέργεια του σησαμιού, το οποίο θεωρούσαν ως μια πηγή υψηλής ενέργειας για την ανθρώπινη διατροφή.

Επιγραφές που φυλάσσονται στο Βρετανικό Μουσείο, αναφέρουν, ότι οι Ασσυριακοί θεοί έπιναν κρασί από σησάμι πρίν ορμήσουν στη μάχη. Το σησάμι ήταν τόσο πολύτιμο, ώστε οι αρχαίοι Ασσύριοι διαπραγματεύονταν τα δάνεια τους σε ασήμι ή σησαμόσπορο. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι και οι Βαβυλώνιοι γνώριζαν την καλλιέργεια του σησαμιού (1750 π.Χ.), καθώς και το παστέλι. Σησάμι έχει βρεθεί στο τάφο του Τουταγχαμών (14ος αιώνας π.Χ.) και στο ακρωτήρι της θήρας (καταστράφηκε από σεισμό το 1628 π.Χ.). Ο Μάρκο Πόλο επίσης αναφέρει ότι το 1298 μ.Χ. οι Πέρσες χρησιμοποιούσαν το σησάμι και τα προϊόντα του για τροφή, για μασάζ, σε γιατροσόφια, ως φωτιστικό λάδι και σε καλλυντικά.

Στην αρχαία Ελλάδα το σησάμι χρησιμοποιείται και ως τροφή, αλλά και για την παραγωγή φαρμάκων. Ο Ιπποκράτης εξαίρει την υψηλή διαιτητική του αξία, ενώ ο Γαληνός το χρησιμοποιεί ως φάρμακο εναντίον της διακοπής του γάλακτος των γυναικών που θηλάζουν, της εξέλκωσης της μήτρας και της λευκόρροιας. Ακόμη, το λάδι του χρησιμοποιείται στην επάλειψη του προσώπου για τον περιορισμό των φακίδων (Ιπποφάντης). Ως τροφή, το σησάμι ήταν πολύ διαδεδομένο στην αρχαία ελληνική κουζίνα. Ο Αθηναίος, στους "Δειπνοσοφιστές", θεωρεί το σησάμι ως μια από τις βασικές τροφές των αρχαίων Ελλήνων. Στην "Ειρήνη", ο Αριστοφάνης αναφέρει μια από τις χρήσεις του σησαμιού, γνωστή μέχρι τις μέρες μας : "Η κότα ψήθηκε. Το παστέλι του σησαμιού ζυμώθηκε". Στις "Βατραχομυομαχίες" αναφέρεται το σουσαμότυρο, προφανώς ένα μίγμα τυριού και ταχινιού. Η σησαμίς, ένα μίγμα σησαμιού και μελιού (είδος χαλβά ) προσφερόταν στους γάμους, ενώ το κνήκον παρασκευαζόταν από αλευρωμένο γάλα και γαρνίρονταν με μέλι και σησάμι.